Μιλά όταν χρειάζεται και σιωπά όταν πρέπει, θέτει ερωτήματα και βασανίζει με γρίφους.
Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012
ο μυρωδάτος μπάρμπας
Εκεί στην αρχή της Απλωταριάς, στην είσοδο του εμπορικού δρόμου της Χίου, χρόνια στέκει ακοίμητος φρουρός ο μπάρμπα Γιώργος.
Με το αυτοσχέδιο καροτσάκι του εγκαταστημένο σ ένα απλό παπί πουλάει χιώτικα μυρωδικά.
Θυμάρι, ρίγανη, φασκόμηλο. Μόνος του τα μαζεύει απ΄τα βουνά του νησιού, τα συσκευάζει σε πλαστικά σακουλάκια και τα πουλά αμίλητος.
Δεν διαλαλεί την πραμάτεια του, απλά περιμένει.
Φιγούρα σταθερή μέσα στο χρόνο μοιάζει κομμάτι της αγοράς κάτι σαν τα παλιά αγάλματα που στήνανε οι Αρχαίοι στις δικές τους Αγορές , όταν Αγορά σήμαινε τόπος Διαλόγου και Δημοκρατίας και όχι κατανάλωσης.
Χρόνια τον αγκαλιάζει εκεί, στην ίδια θέση, αφηρημένα το μάτι μου όταν αγοράζω ψωμί απ΄το διπλανό φούρνο.
Πάντα αυτός πουλάει τα καλούδια του.Φαίνεται τα παιδιά και τα εγγόνια του δεν ενδιαφέρθηκαν γι αυτήν την ταπεινή δουλειά, δεν θέλησαν να μάθουν πού φυτρώνουν αυτά τα πολύτιμα της γής, δεν έχει κονόμα εύκολη αυτή η δουλειά , δεν είναι μπίσνα , δεν έχει γκλάμορους , μόνο μεράκι και αγάπη για τη γη έχει αυτή η δουλειά - προσκύνημα στους θησαυρούς της Φύσης.
Είχα να τον δω καιρό και είχα ανησυχήσει , πίστευα ότι είχε αναχωρήσει ο γέροντας πιά, μπαιλντισμένος για άλλους τόπους , μέχρι που σήμερα τον ξανάδα.
Τον πλησίασα , τον χαιρέτησα κι αγόρασα δυό σακουλάκια ρίγανη,η χιώτικη είναι η πιο μυρωδάτη του κόσμου,για να την στείλω σε φίλους μου στη Σύρο.
Χάθηκες, του είπα, άρρωστος ήσουν;
Όχι, μου είπε, στεναχώριες είχα, τα μάτια του ήταν κόκκινα, σαν να μου φάνηκε ότι δάκρυσε και λίγο, έφυγε η κυρά μου , είπε.
Ψέλλισα κάτι τυπικά συλλυπητήρια και του ζήτησα να τον βγάλω μια φωτογραφία να τον έχω.
Δέχτηκε και πόζαρε δωρικός απέναντί μου.Ο μπάρμπα Γιώργος ο Μαθιούδης, γράψε και το επώνυμο μου είπε.
Κι έτσι, νάτος , μπροστά σας.
Όταν η φρίκη και η σύγχυση τριγύρω μεγαλώνει πάντα πίστευα ότι πρέπει να αποστρέφεις τα μάτια απ΄το δάσος και να κοιτάς το δένδρο, τον Άνθρωπο.
Να ναι γερός και δυνατός ο γέροντας πλάτανος και να μας φέρνει τα καλούδια απ΄τα βουνά, απ΄την καρδιά μου εύχομαι.
Και να στέκει πάντα εκεί στην είσοδο του δρόμου να τον χαιδεύει το βλέμμα μας.
Σοφία Λαμπίκη
Γεια σου μπάρμπα Γιώργη και γεια σου και σένα Σοφία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια μέρα με έστειλε ένας φίλος που είχε δυσκοιλιότητα να του βρω κάποιο βοήθημα και σταμάτησα να ρωτήσω τον μπάρμπα Γιώργη. Μου λέει πάρε αυτό και άμα το πιεις, δε θα προλάβεις να περάσεις την Απλωταριά!
Το πήρα και πήγα στον φίλο. Εφτιαξε ένα βραστικό για την πάρτη του και με έπεισε να μου φτιάξει κι έμένα. Νύχτα ήτανε. Το άλλο πρωί που ξύπνησα και τράβηξα το δρόμο μου για το γραφείο, εκεί στο μέσον της Απλωταριάς, χέστηκα πάνω μου!
Θαυματουργέ μπάρμπα Γιώργη, το πες κι έγινε!!Δεν πρόλαβα να την περάσω τη ρουφιάνα την Απλωταριά!